Το σέλινο είναι ένα φυτό σχετικά ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες και προτιμά ένα αρκετά υγρό περιβάλλον. Δεν ανέχεται τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και καταστρέφεται στις θερμοκρασίες από -3 έως -5 οC. 

Σε παρατεινόμενες χαμηλές θερμοκρασίες <10 οC, μπορεί να προκληθεί πρώιμη έκπτυξη ανθοφόρου στελέχους κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους και το φυτό να μετατραπεί τελικά σε μονοετές.

Για την καλή ποιότητα παραγόμενου προϊόντος, είναι απαραίτητη η εδαφική υγρασία. Οι απαιτήσεις του σέλινου στα εδάφη δεν είναι ακραίες, θα πρέπει όμως αυτά να μην είναι πολύ ξηρά ή βαριά-αργιλώδη. Ιδανικά λοιπόν εδάφη είναι τα μέσης σύστασης, ή ελαφριά και πλούσια σε οργανική ουσία, με επάρκεια ασβεστίου, αρδευόμενα και καλά αποστραγγιζόμενα με pH κοντά στο 7.

Εποχή σποράς

Η σπορά γίνεται συνήθως από τα τέλη του χειμώνα έως και την άνοιξη, σε θερμαινόμενο σπορείο ή απευθείας στον αγρό αναλόγως των καιρικών συνθηκών.

Σπορείο: Ο σπόρος σπέρνεται σε γραμμές και καλύπτεται σε μικρό βάθος 0.5 εκατοστών. 20-30 γραμμάρια σπόρος απαιτείται για την απόκτηση φυτών προς φύτευση 1 στρέμματος.

Τα φυτά θα πρέπει να ποτίζονται σε καθημερινή βάση  και μετά από 2-2,5 μήνες  μπορούν να μεταφυτευθούν στον αγρό.

Οι αποστάσεις φύτευσης διαφέρουν αναλόγως της ποικιλίας. Οι ποικιλίες που καλλιεργούνται για τη ρίζα τους φυτεύονται σε αποστάσεις 30-40 εκατοστά x 30-40 εκατοστά και οι φυλλώδεις ποικιλίες 15-25 εκατοστά x 30-40 εκατοστά.

Προετοιμασία εδάφους – Φύτευση

Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην προετοιμασία εδάφους για να εξασφαλιστούν υψηλές αποδόσεις. Το έδαφος θα πρέπει να καλλιεργηθεί βαθιά και αν το έδαφος έχει συμπιεστεί από προηγούμενη καλλιέργεια, θα πρέπει να σπάσει χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα εργαλεία και επεμβαίνοντας στο κατάλληλο βάθος, ώστε να εξασφαλιστεί η καλή αποστράγγιση του εδάφους. Το σέλινο είναι φυτό απαιτητικό σε νερό, άρα θα πρέπει να ποτίζεται συχνά και να στραγγίζει καλά. Με την ολοκλήρωση της προετοιμασίας του εδάφους θα πρέπει να έχουν ενσωματωθεί τα χημικά λιπάσματα ή και οργανική ουσία, και να φρεζαριστεί για να ισοπεδωθεί και να καταστεί αφράτο. Στη συνέχεια θα διαμορφωθεί σε αλίες ή θα κατασκευαστούν τα αυλάκια ή τα αναχώματα, ανάλογα με τη μέθοδο καλλιέργειας που θα ακολουθηθεί. Στις περιπτώσεις που η φύτευση γίνεται σε αναχώματα αυτά σχηματίζονται με τα ειδικά εργαλεία, ισοπεδώνεται η επιφάνειά τους και ποτίζεται ώστε να σχηματιστεί μια ομοιόμορφη επιφάνεια για να δεχτεί τα φυτάρια (μεταφύτευση) ή το σπόρο (απευθείας σπορά)

Οι αποστάσεις φύτευσης που εφαρμόζονται για το φυλλώδες σέλινο είναι 30-40cm μεταξύ των γραμμών και 15-25cm επί των γραμμών φύτευσης. Σε περίπτωση που προγραμματίζεται λεύκανση των μίσχων των φύλλων με παράχωμα, τότε οι αποστάσεις μεταξύ των γραμμών αυξάνονται στο 1m. Στην απευθείας σπορά γίνεται πιο πυκνή σπορά επί της γραμμής (απόσταση 5cm) και στη συνέχεια γίνεται αραίωμα στα 15-20cm, όταν τα φυτά αποκτήσουν 4-6 πραγματικά φύλλα.

Λίπανση

Καλλιέργεια σέλινου με απόδοση 5 τόνους/στρέμμα αφαιρεί από το έδαφος 15kg αζώτου, 4,8kg φωσφόρου και 31kg καλίου. Η συνολική ποσότητα του φωσφόρου και του καλίου, πρέπει να προστεθεί από τη σπορά ή τη μεταφύτευση της καλλιέργειας. Η προσθήκη αρκετής ποσότητας κοπριάς (τουλάχιστον 5 τόνοι/στρέμμα) πριν από την καλλιέργεια εφοδιάζει το έδαφος ικανοποιητικά με φώσφορο και μειώνονται οι ανάγκες σε κάλιο. Μέρος του αζώτου (1/3) προστίθεται πριν από την εγκατάσταση της καλλιέργειας και η υπόλοιπη ποσότητα (επιφανειακή λίπανση) σε 2-4 δόσεις κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των φυτών.

Το σέλινο έχει ανάγκη σημαντικών ποσοτήτων βορίου, μαγνησίου και ασβεστίου. Όταν αυτά τα στοιχεία βρίσκονται σε περιορισμένες ποσότητες στο έδαφος, τότε εμφανίζονται διάφορες ανωμαλίες στα φυτά (μαύρη καρδιά) αν υπάρχει έλλειψη ασβεστίου, σταμάτημα της ανάπτυξης αν υπάρχει έλλειψη βορίου και χλωρώσεις αν υπάρχει έλλειψη μαγνησίου.

Ενδεικτική λίπανση σέλινου:

►10-12 κιλά Ν

► 10-12 κιλά P2O5

► 20-25 κιλά Κ2Ο

► 3-5 κιλά κοπριά χωνεμένη

Όλες οι παραπάνω τιμές είναι ενδεικτικές και θα πρέπει πάντα να προηγείται εδαφοανάλυση και φυλλοδιαγνωστική.

Άλλες καλλιεργητικές πρακτικές

Το φυλλώδες σέλινο σε αρκετές περιπτώσεις προτιμάται με λευκούς μίσχους. Πρόκειται για την πρακτική της λεύκανσης των μίσχων η οποία επιτυγχάνεται  με διαφόρους τρόπους όπως το παράχωμα των φυτών (20 μήνες πριν τη συγκομιδή), η πυκνή φύτευση, ή η χρησιμοποίηση αιθυλανίου στα φυτά μετά τη συγκομιδή τους.

Άρδευση

Το σέλινο μπορεί να καλλιεργηθεί μόνο στις περιοχές όπου είναι δυνατή η εφαρμογή άρδευσης. Η συχνότητα εφαρμογής του νερού και η ποσότητά του είναι ανάλογη με τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής, της εποχής, του τύπου εδάφους και του μεγέθους των φυτών. Στην Ελλάδα, άρδευση 1-2 φορές την εβδομάδα είναι συνηθισμένη πρακτική. Η μέθοδος τεχνητής βροχής προσφέρεται καλύτερα όταν εφαρμόζεται απευθείας σπορά στο χωράφι και αμέσως μετά τη μεταφύτευση για να επιτευχθεί μέγιστο ποσοστό επιτυχίας στα μεταφυτευόμενα φυτά.

Το σέλινο αναπτύσσει αβαθές ριζικό σύστημα, για αυτό η άρδευση με οποιαδήποτε μέθοδο και αν εφαρμόζεται, είναι αναγκαία για την ανάπτυξη του φυτού από την αρχή μέχρι το τέλος του καλλιεργητικού κύκλου. Είναι προτιμότερο το πότισμα με τη μέθοδο της τεχνητής βροχής να αντικαθίσταται με πότισμα σε αυλάκια, ώστε να αποφεύγονται προβλήματα ασθενειών και τοποθέτηση υπολειμμάτων αλάτων του νερού στην επιφάνεια των φύλλων και παράλληλα να εξασφαλίζεται η άριστη ποιότητα στο φύλλωμα και τους μίσχους. Οι καθαρές ανάγκες σε νερό της καλλιέργειας ανέρχονται σε 324 m3/στρέμμα και αν η άρδευση γίνεται με χαμηλής παροχής σύστημα καταιονισμού όπου η αποτελεσματικότητα της μεθόδου είναι 75%, θα πρέπει να εφαρμοστούν συνολικά 432m3/στρέμμα. Αν η μεταφύτευση γίνει το Σεπτέμβριο και η συγκομιδή διαρκέσει από Δεκέμβριο μέχρι Μάρτιο θα χρειαστούν περίπου 24 αρδεύσεις.

Συγκομιδή

Το φυλλώδες σέλινο συγκομίζεται 5-8 μήνες μετά τη σπορά ή 3-6 μήνες μετά τη μεταφύτευση, ανάλογα με την ποικιλία, την εποχή και τις συνθήκες καλλιέργειας. Η συγκομιδή αρχίζει όταν τα φυτά αποκτήσουν εμπορεύσιμο μέγεθος και γίνεται χειρωνακτικά. Κατά τη συγκομιδή κόβεται το φυτό με κοφτερό μαχαίρι ή ειδικό κλαδευτήρι, λίγο πιο κάτω από το σημείο που φύονται τα φύλλα. Στη συνέχεια καθαρίζονται τα εξωτερικά παλαιά γηρασμένα φύλλα, καθαρίζεται το υπόλοιπο της ρίζας, πλένονται και δένονται σε δεσμίδες του 1-2 φυτών φυτών ανάλογα με το μέγεθος και τοποθετούνται σε πλαστικά χάρτινα ή ξύλινα κιβώτια και διοχετεύονται στην αγορά. Από 1 στρέμμα μπορούν να παραχθούν 8.000 περίπου δεσμίδες. Το ολικό ύψος των φυτών κατά τη συγκομιδή μπορεί να κυμαίνεται από 50-100cm και το βάρος από 500-1.500gr ανάλογα με την ποικιλία και τις συνθήκες καλλιέργειας.

Η μέση εμπορεύσιμη παραγωγή του φυλλώδους σέλινου κυμαίνεται γύρω στους 7 τόνους/στρέμμα με όρια από 4-9 τόνους. Πρέπει να τονιστεί ότι οι αποδόσεις αναφέρονται σε ολόκληρο το υπέργειο μέρος του φυτού, δηλ. ελάσματα και τρυφεροί μίσχοι φύλλων.

Η συγκομιδή των φυτών γίνεται 5-7 μήνες μετά τη σπορά αναλόγως της ποικιλίας. Το σέλινο που καλλιεργείται για τη ρίζα του αποστέλλεται στην αγορά χωρίς το φύλλωμά του.

Οι αποδόσεις κυμαίνονται από 4-6 κιλά/στρέμμα.

Καλλιεργητικές απαιτήσεις

Εν ολίγοις, η φροντίδα του σέλινου απαιτεί:

  • Εδάφη μέσης σύστασης, ή ελαφριά και πλούσια σε οργανική ουσία, με επάρκεια ασβεστίου αρδευόμενα και καλά αποστραγγιζόμενα.
  • Προτιμά ένα αρκετά υγρό περιβάλλον.
  • pH κοντά στο 7

Εχθροί

Agriotes spp. (Σιδηροσκώληκες):

Η ζημιά προκαλείται από τις προνύμφες οι οποίες στα πρώτα στάδια ανάπτυξης που δε φέρουν μασητικού τύπου στοματικά μόρια ξύνουν την επιδερμίδα της κάτω επιφάνειας των φύλλων αφήνοντας ανέπαφη την πάνω επιδερμίδα. Οι αναπτυγμένες προνύμφες τρέφονται με το έλασμα προκαλώντας τρύπες στα φύλλα, τους μίσχους και τα στελέχη μέχρι την πλήρη καταστροφή των φυτών

Gryllotalpa gryllotalpa (Κρεμμυδοφάγος):

Τρέφεται με τις ρίζες των φυτών με αποτέλεσμα αυτά να μαραίνονται. Επίσης προκαλεί διαβρώσεις σε κονδυλόριζα και σαρκόριζα φυτά. Οι ζημιές που προκαλεί επιτείνονται από δευτερογενείς μολύνσεις από μικροοργανισμούς

Helicoverpa armigera (Πράσινο σκουλήκι):

Οι προνύμφες τρέφονται με το έλασμα προκαλώντας τρύπες στα φύλλα, τους μίσχους και τα στελέχη μέχρι την πλήρη καταστροφή των φυτών. Οι προσβεβλημένοι ιστοί αποτελούν πηγές εισόδου για παθογόνους μικροοργανισμούς, μύκητες, βακτήρια, προκαλώντας σήψη των φυτικών ιστών και υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή.

Psila rosae (Μύγα του καρότου):

Η ζημιά προκαλείται από τις προνύμφες του εντόμου που τρέφονται με τις ρίζες των σκιαδανθών. Οι προνύμφες του 1ου σταδίου ανάπτυξης τρέφονται με τα ακραία μεριστώματα με αποτέλεσμα τα φυτά να παραμένουν καχεκτικά και νάνα, να κιτρινίζουν, ακόμα και να ξηραίνονται, κυρίως αυτά νεαρής ηλικίας. Η μεγαλύτερη ζημιά προκαλείται από την τροφική δραστηριότητα των προνυμφών 2ου και 3ου σταδίου όπου ανοίγουν στοές στην κεντρική ρίζα, ενώ παράλληλα οι πληγές που προκαλούν αποτελούν πηγή εισόδου για δευτερεύοντες παθογόνους μικροοργανισμούς που ολοκληρώνουν την προσβολή προκαλώντας συμπτώματα σήψης. Τα προσβεβλημένα φυτά χάνουν την εμπορική τους αξία και είναι ακατάλληλα για κατανάλωση.

Mamestra spp. (Μαμέστρα):

Οι προνύμφες τρέφονται με τα φύλλα καταστρέφοντας μεγάλο μέρος του ελάσματος και των νεύρων μέχρι την πλήρη καταστροφή/σκελετοποίηση των φυτών. Οι προσβεβλημένοι ιστοί αποτελούν πηγές εισόδου για παθογόνους μικροοργανισμούς, μύκητες, βακτήρια, προκαλώντας σήψη των ιστών και υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή.

Meloidogyne spp. (Κομβονηματώδεις):

Οι νηματώδεις προκαλούν χαρακτηριστικά συμπτώματα στα υπόγεια τμήματα των φυτών. οι προνύμφες εισέρχονται στις ρίζες, στον κεντρικό κύλινδρο και τρέφονται από τα αγγειακά παρεγχυματικά κύτταρα. Στις ρίζες σχηματίζονται ακανόνιστα, πεπλατυσμένα φυμάτια με τη μορφή κόμβων ή εξογκωμάτων που δημιουργούνται από την παραγωγή υπερτροφικών κυττάρων του φλοιού των ριζών. Η δημιουργία των εξογκωμάτων οφείλεται στην παραγωγή τοξικών οισοφαγικών εκκριμάτων από τους νηματώδεις που διεγείρουν την παραγωγή γιγαντιαίων κυττάρων στα οποία ζουν ως ενδοπαράσιτα και από τα οποία τρέφονται.

Η ένταση των συμπτωμάτων εξαρτάται από τον πληθυσμό και το είδος των νηματωδών και από το είδος και την ευπάθεια του ξενιστή. Οι προσβεβλημένες ρίζες σταματούν να αναπτύσσονται και κοντά στο σημείο προσβολής εκφύονται πολλές πλάγιες ρίζες. Συμπτώματα εμφανίζονται και στο υπέργειο τμήμα των φυτών χωρίς βέβαια να είναι χαρακτηριστικά της προσβολής από νηματώδεις. Λόγω καταστροφής του ριζικού συστήματος τα φυτά δεν απορροφούν τις απαραίτητες ποσότητες νερού και θρεπτικών στοιχείων με αποτέλεσμα να παρατηρείται μειωμένη ανάπτυξη των φυτών, μάρανση, χλώρωση ή και ξήρανση των φύλλων, μειωμένη καρποφορία και συνεπώς μειωμένη παραγωγή.

✔ Ασθένειες

Erysiphe betae (polygoni) (Ωίδιο):

Προσβάλλονται όλα τα υπέργεια μέρη του φυτού. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων σχηματίζονται αρχικά χλωρωτικές κηλίδες που αργότερα καλύπτονται από λευκή αλευρώδη εξάνθιση που αποτελείται από το μυκήλιο και τα σπόρια του μύκητα. Οι προσβεβλημένοι ιστοί νεκρώνονται, τα φύλλα ξηραίνονται και πέφτουν και τα φυτά παραμένουν καχεκτικά και νάνα.

Alternaria spp. (Αλτερναρίωση):

Προσβάλλονται όλα τα μέρη του φυτού σε όλα τα στάδια ανάπτυξης. Στα νεαρά φυτάρια και κυρίως σε αυτά που προέρχονται από μολυσμένο σπόρο, παρατηρούνται προφυτρωτικές και μεταφυτρωτικές τήξεις. Στα νεαρά φυτά εμφανίζονται σκούρες κηλίδες στην περιοχή του λαιμού και τελικά το φυτό ξηραίνεται. Στα μεγαλύτερα φυτά εμφανίζονται αρχικά στα κατώτερα και στη συνέχεια στα ανώτερα φύλλα καστανόμαυρες κηλίδες με ομόκεντρους κύκλους. Παρόμοιες κηλίδες εμφανίζονται στα στελέχη και τους μίσχους.

Plasmopara nivea (Περονόσπορος):

Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων σχηματίζονται κίτρινες, γωνιώδεις κηλίδες, ενώ στην κάτω επιφάνεια, στην περιοχή της κηλίδας, αναπτύσσεται λευκή εξάνθιση που αποτελείται από τα σπόρια του μύκητα. Προοδευτικά οι κηλίδες γίνονται καστανές και ξηραίνονται και τα προσβεβλημένα φύλλα κιτρινίζουν και καταρρέουν. Η ασθένεια αν και εμφανίζεται συχνά, αποτελεί δευτερεύον σημασία για την καλλιέργεια.

Sclerotinia minor (Σκληρωτινίαση):

Τα παθογόνα προκαλούν καστανή μαλακή σήψη στο στέλεχος και στα φύλλα που έρχονται σε επαφή με το έδαφος με αποτέλεσμα την κατάρρευση των φυτικών ιστών. Οι προσβεβλημένοι ιστοί καλύπτονται από λευκό βαμβακώδες μυκήλιο και σχηματίζονται μαύρα σκληρώτια διαφόρων σχημάτων. Οι προσβολές εκδηλώνονται τόσο στον αγρό όσο και κατά την μεταφορά και αποθήκευση των προϊόντων.

Pythium spp. (Πύθιο):

Πρόκειται για ασθένεια που προσβάλει όλα τα μέρη του φυτού που έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή με το έδαφος σε υπαίθριες καλλιέργειες και στα θερμοκήπια. Αν και η ασθένεια είναι συχνή συνήθως προσβάλλονται λίγα φυτά σποραδικά στη σειρά και σπάνια οι προσβολές είναι καθολικές. Οι σπόροι, οι ρίζες και ο νεαρός βλαστός εμφανίζουν μαλακή σήψη και «λιώνουν», ενώ σε μεγαλύτερα φυτά εμφανίζεται έλκος στο λαιμό. Τα νεαρά φυτά καταρρέουν και ξηραίνονται.

Phytophthora spp. (Φυτόφθορα):

Πρόκειται για ασθένεια που οφείλεται σε φυκομύκητες εδάφους και προσβάλει όλα τα μέρη του φυτού που έρχονται σε άμεση (λαιμός, ρίζες) ή έμμεση επαφή με το έδαφος σε υπαίθριες καλλιέργειες και στα θερμοκήπια. Αν και η ασθένεια είναι συχνή συνήθως προσβάλλονται λίγα φυτά σποραδικά στη σειρά και σπάνια οι προσβολές είναι καθολικές. Οι σπόροι, οι ρίζες και ο νεαρός βλαστός εμφανίζουν μαλακή σήψη και «λιώνουν», ενώ σε μεγαλύτερα φυτά εμφανίζεται έλκος στο λαιμό. Τα φυτά αδυνατούν να παραλάβουν τις απαραίτητες ποσότητες θρεπτικών και νερού, το φύλλωμα κιτρινίζει και τελικά μαραίνονται και ξηραίνονται. Στις ρίζες σχηματίζονται νεκρωτικές καστανές κηλίδες και προοδευτικά ολόκληρο το ριζικό σύστημα καταρρέει.

Pseudomonas cichorii (Βακτηριακή σήψη):

Τα φυτά είναι πιο ευαίσθητα στην προσβολή κατά το στάδιο ωρίμανσης. Στα φύλλα, στα νεύρα και τους μίσχους εμφανίζονται μικρές χλωρωτικές κηλίδες που επεκτείνονται, γίνονται καφέ και νεκρώνονται. Οι προσβεβλημένοι ιστοί παρουσιάζουν μαύρη, μαλακή σήψη που επεκτείνεται και προς τη βάση των φυτών και ακολουθείται από δευτερογενείς βακτηριακές προσβολές.

Apium virus, Y,ApVY (Ιός Υ των Σκιαδανθών):

Η συμπτωματολογία του ιού διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία της καλλιέργειας. Γενικά εμφανίζεται στα παλαιότερα φύλλα κίτρινο ή καφέ γραμμωτό μωσαϊκό, καφέ ή κίτρινες κηλίδες και συστροφή των φύλλων, ενώ στα νεότερα φύλλα παρατηρείται ελαφρύ μωσαϊκό. Στους μίσχους σχηματίζονται καφέ σκούρες επιμήκεις κηλίδες. Η προσβολή δε φαίνεται να επηρεάζει την ανάπτυξη των φυτών, αλλά μπορεί να προκαλέσει νανισμό.

Πηγή: agravia.gr